Ήθη & Έθιμα - Παράδοση



Το έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής στο χωριό μας


Πηγή ftelia-evrytanias.blogspot.com

Εμείς δεν λέγαμε κάλαντα στις γιορτές των Χριστουγέννων και εφόσον δεν λέγανε και οι παλαιότεροι, δεν τα γνωρίζαμε. Τότε δεν υπήρχε ούτε ραδιόφωνο και όπως ήταν κλειστές και          απομονωμένες κοινωνίες , δύσκολα άλλαζαν οι συνήθειες και τα έθιμα. Ένας δάσκαλος προσπάθησε στ’ Αλέστια να    καθιερώσει τα κάλαντα των Χριστουγέννων,
(αν θυμάμαι καλά ο Λατσούδας) και για πρώτη φορά στολίσαμε και δέντρο στο σχολείο.
Είχε φέρει χριστουγεννιάτικα στολίδια και είχαμε εντυπωσιαστεί με το στολισμένο ελατάκι.
Απ΄ όσο θυμάμαι είπαν τα παιδιά στ’Αλέστια εκείνη τη χρονιά τα κάλαντα, αλλά δεν υπήρχε συνέχεια.
Ίσως οι καιρικές συνθήκες να έπαιξαν ρόλο στη μη επικράτηση του εθίμου γενικότερα, αφού τα χιόνια παλιότερα ξεκίναγαν του Αγίου Νικολάου και πολλές φορές και μέχρι το Λαμπρή μας συντρόφευαν με ελάχιστα διαλείμματα. Έπεφτε δε αρκετό, πολλές φορές και πάνω από 2 μέτρα.
Τα ορεινά χωριά μας διαμόρφωσαν το δικό τους έθιμο, όπως και πολλά άλλα έθιμα των χωριών μας διαφέρουν από άλλες περιοχές της Ερυτανίας.
Του Λαζάρου στολίζαμε ένα καλάθι με διάφορα λουλούδια και λέγαμε ‘’ το Λάζαρο’’ .

Τη μεγάλη Παρασκευή τυλίγαμε το καλάθι με ένα μαύρο πανί και τοποθετούσαμε επάνω ένα αυτοσχέδιο ξύλινο σταυρό . Πάντα ήμασταν δύο παιδιά και μας αποκαλούσαν «Λαζαρούδια».
Όταν το πρόγραμμα περιλάμβανε ""να τα πούμε"" και σε κάποιο γειτονικό χωριό ( συνήθως λόγω των μεγάλων αποστάσεων περιοριζόμαστε σε ένα από τα άλλα χωριά), έπρεπε να φύγουμε νωρίς το πρωί ( μπουνώρα ) για να επιστρέψουμε στο χωριό μας, να τα πούμε κι εκεί.


Θυμάμαι να τα λέμε  εκτός από τη Φτελιά, στην Τσέρκο, στα Μυλωνε’ί’κα ,στην Ηρκίστα, στον Αγαλιανό και στ ‘ Αλέστια.
Η φτώχια δεν επέτρεπε στους κατοίκους να δίνουν χρήματα και κυρίως έδιναν αυγά γι αυτό είχε επικρατήσει το στόλισμα του καλαθιού..
Πολλές φορές μας έδιναν από μία κουταλιά ζάχαρη η και καρύδια , γιατί δεν υπήρχαν αυγά η χρήματα. Τα χρήματα που μαζεύαμε ήταν λίγα.
 Δεν τα λέγαμε παραμονή , του Λαζάρου και της Μ. Παρασκευής, αλλά αυθημερόν.
Η Μ. Παρασκευή ήταν  πένθιμη μέρα, και το μοιρολόγι που λέγαμε ήταν:

« Σήμερα μαύρος ουρανός σήμερα μαύρη μέρα.
Σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα βάλανε βουλή οι άνομοι Οβραίοι,
για να σταυρώσουν το Χριστό των πάντων Βασιλέα.            
Κι ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
Να λάβει Δείπνο Μυστικό να τον συλλάβουν όλοι.               
Και η Παναγία η Δέσποινα καθόταν μοναχή της
Τας προσευχάς της έκανε για το μονογενή της
Φωνή της ήρθε εξ ουρανού κι απ’ Αρχαγγέλου στόμα.
Πάψε κυράμ’ τις προσευχές, πάψε και τις μετάνοιες
Το γιο σου τον επιάσανε και στον χαλκιά τον πάνε
Και στου Πιλάτου την αυλή εκεί τον τυραννάνε.
Χαλκιά, χαλκιά φκιάξε καρφιά φκιάξε τρία περόνια
Κι εκείνος ο παράνομος βαρεί και φκιάνει πέντε
Εσύ χαλκιά που τα φκιαξες πρέπει να μας διατάξεις.
Βάλτε τα δυο στα πόδια Του, τ’ άλλα τα δυο στα χέρια
Το πέμπτο το φαρμακερό μπήξτε το στην καρδιά Του
Να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά Του.
Η Παναγία σαν τ’ άκουσε έπεσε και λιγώθη.
Σταμνί νερό της ρίξανε τρία κανάτια μούσχο.
για να της έρθει ο λογισμός, για να της έρθει ο νους Της.
Όταν της ήρθε ο λογισμός όταν της ήρθε ο νούς Της.
Ζητά μαχαίρι να σφαγεί φωτιά να πάει να πέσει.
Ζητά γκρεμό να γκρεμιστεί για το μονογενή Της
.Η Μάρθα κι Μαγδαληνή και του Ιακώβ η μάνα.
Και του Λαζάρου η αδελφή και οι τέσσερις αντάμα.
Πήραν ένα στρατί – στρατί – στρατί το μονοπάτι.
Το μονοπάτι τσ’ έβγαλε εις του ληστού την πόρτα.
Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.
Κι η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Κοιτά δεξιά κοιτά ζερβά κανέναν δεν γνωρίζει
Κοιτά και δεξιότερα βλέπει τον Αι – Γιάννη.
Αφέντη Αι – Γιάννη Πρόδρομε και βαφτιστή του γιού μου.
Μην είδες τόνι γιόκα μου και συ το διδάσκαλό σου;
Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω.
Δεν έχω χειροπάλαμο για να σου τονε δείξω.
Βλέπεις εκείνο το γυμνό τον παραπονεμένο.
Όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο.
Όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι.
 Εκείνοςείναι ο γιόκας σου και εμένα ο διδάσκαλός μου.
Η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον ερωτάει.
Δε μου μιλάς παιδάκι μου δε μου μιλάς παιδί μου.
Τι να σου πω μανούλα μου τι να σου μολογήσω
Το Μέγα Σάββατo αργά μετά το μεσονύχτι
 που θα λαλήσει ο πετεινός και θα κτυπούν καμπάνες
 Tότε και εσύ μανούλα μου θα έχεις χαρές μεγάλες.

 Τη Μ. Παρασκευή  και του Λαζάρου, είχαμε έθιμο στο χωριό μας, το μοιρολόγι. Αλλά και στα γειτονικά χωριά μας, Αλέστια ,Ηρκίστα, Αγαλιανό, Χούνη, Ψηλόβραχο, Αγία Τριάδα, το ίδιο έθιμο επικρατούσε.                    





ΤΑ ΛΑΖΑΡΟΥΔΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ ΜΑΣ


Πηγή ftelia-evrytanias.blogspot.com


Το Σάββατο του Λαζάρου, μέρα της ζωής και του θανάτου για την εκκλησία μας είναι συνδεδεμένο με πολλά έθιμα του ελληνικού λαού. Ένα από τα έθιμα, που σπανίζει στις μέρες μας, είναι τα κάλαντα του Λάζαρου. Το περιεχόμενο των τραγουδιών αυτών είναι θρησκευτικό καθώς περιγράφουν το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου ( της πρώτης ανάστασης). Οι στίχοι αλλά και η μουσική από περιοχή σε περιοχή ποικίλει. Παλαιότερα τα κάλαντα αυτά τα τραγουδούσαμε στο χωριό μας και πηγαίναμε από σπίτι σε σπίτι κρατώντας ένα καλάθι στολισμένο με λουλούδια στο οποίο βάζαμε τα αυγά που μας έδιναν. Εμείς ήμασταν τα Λαζαρούδια όπως μας έλεγαν και φτάναμε εκτός από Φτελιά Τσέρκο και Μυλωνεικα ,σε Αλέστια, Αμπέλια, Ηρκίστα και Αγαλιανό.

"Σήμερον έρχεται ο Χριστός ο επουράνιος Θεός

και σ την πόλη Βηθανία, Μάρθα κλαίει και Μαρία

Λάζαρο τον αδελφό τους τον γλυκύ ( και) καρδιακό τους,

Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν και τον μοιρολογούσαν,

την ημέρα την Τετάρτη κίνησε ο Χριστός για νάρθει

Βγήκε(Μάρθα) κι η Μαρία έξω από τη Βηθανία

και εμπρός γονατιστή και τους πόδας του φιλεί

αν εδώ ήσουν Χριστέ μου, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου

μα εγώ τώρα πιστεύω και τάρταρα αναδεύω.

ότι δύνασαι, αν θέλεις και νεκρούς να ανασταίνεις.

Λέγε πίστευε η Μαρία άγωμεν εις τα μνημεία.

Τότε κι ο Χριστός δακρύζει και τον Άδη φοβερίζει.

Άδη Τάρταρε και Χάρε. Άδη Τάρταρε και Χάρε

Δεύρο έξω Λάζαρε μου φίλε και αγαπητέ μου.

Λάζαρος απελυτρώθη, ανεστήθη κι εσηκώθη

ζωντανός σαβανωμένος και με το κερί ζωσμένος.

Τότε η Μάρθα και η Μαρί,α τότε όλη η Βηθανία,

μαθητές και αποστόλοι τότε ευρεθήκαν όλοι

Δόξα το Θεό φωνάζουν και το Λάζαρο εξετάζουν.

Λάζαρε πες μας τι είδες, εις τον Άδη όπου πήγες;

Είδα φόβους είδα τρόμους είδα βάσανα και πόνους.

Δώστε μου λίγο νεράκι να ξεπλύνω το φαρμάκι

της καρδιάς και των χειλέων και μη με ρωτάτε πλέον.”





 

Πανάρετος: Aποκριάτικο έθιμο που συνηθίζεται στο Καρπενήσι είτε από το 1895



Πηγή :  Ευρυτανικός Παλμός


Η ιστορία του Πανάρετου και της Ερωφίλης


Μιλά για ένα παλικάρι που αγαπά μια βασιλοπούλα, αρραβωνιάζονται κρυφά, μα ο πατέρας της άλλα σχεδιάζει γι’ αυτήν, άλλον της προξενεύει και της στέλνει τα μαντάτα με αγγελιοφόρο το αγαπημένο της. Οι δυο νέοι ψάχνουν να βρουν λύση απεγνωσμένα για το πρόβλημά τους, αγκαλιάζονται και έτσι αγκαλιασμένους τους βλέπει μάτι κακό, ο σύμβουλος του βασιλιά, που του μεταφέρει τα μαντάτα. Εξοργισμένος εκείνος διατάζει τον αποκεφαλισμό του Πανάρετου προκαλώντας όμως έτσι και την αυτοκτονία της θυγατέρας του αλλά και τον δικό του θάνατο καθώς τον σκοτώνει ο χορός των γυναικών. Έτσι, με το διπλό θανατικό, των δύο ερωτευμένων, θα τέλειωνε ο Πανάρατος όπως τελειώνει και η Ερωφίλη. Μα στον Πανάρατο επικρατεί το ευτυχές τέλος. Με εντολή του Χάρου οι δύο νέοι ανασταίνονται. Αυτή η διαφορά είναι σημαντική, για να καταλάβουμε πως η τραγωδία Ερωφίλη κατέληξε να παριστάνεται ως λαϊκό θέατρο Πανάρατος τις μέρες της Αποκριάς.


Τούτο το λαϊκό δρώμενο όμως το συναντάμε και σε άλλες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας με αφετηρία πιθανότατα τις μετακινήσεις μεγάλων ή μικρών ομάδων του πληθυσμού κυρίως της Ηπείρου προς την Αιτωλοακαρνανία και την Ευρυτανία, επειδή τους εξανάγκαζε η ιστορία, η ανάγκη για δουλειά ή το κλίμα.


Είναι σίγουρα άξιο απορίας πώς ένα τέτοιο θέμα, τόσο θλιβερό, με φόνους και άτυχους έρωτες, χωρά μέσα στο χαρωπό κλίμα της Αποκριάς. Και βέβαια ίσως έχετε αναρωτηθεί ποια είναι η πρωταρχική πηγή του Πανάρετου.



Γιατί την αποκριά; Και πώς και πότε έφτασε στο Καρπενήσι;


Το στοιχείο που τη συνδέει με την περίοδο της αποκριάς είναι το στοιχείο της ανάστασης των δύο νέων. Οι λαογράφοι μιλούν για κάποια μαγικοθρησκευτικά θεατρικά δρώμενα με αγερμικό χαρακτήρα (από τη λέξη αγερμός = όταν μια ομάδα ανθρώπων περιφέρεται στα σπίτια του χωριού για να πει γιορταστικά τραγούδια και ευχές, τα κάλαντα π.χ.). Συναθροίζονταν λοιπόν οι άνθρωποι για να δουν τον Πανάρατο. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση τον έφερε ένας ηπειρώτης μάστορας, ο Τασιός Παπαγεωργίου, που έκτισε τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας το 1918. Το είχε γραμμένο σε τετράδιο και από εκεί το διάβαζαν οι ηθοποιοί. Άλλοι πάλι λένε ότι παιζόταν στο Καρπενήσι από το 1895. Στο τετράδιο του Παπαγεωργίου, που είναι στο αρχείο του Ποδοσφαιρικού Συλλόγου Καρπενησίου, σώζεται η μικρότερη παραλλαγή των 260 στίχων. Οι τελευταίες όμως παραστάσεις μέχρι το 1981 βασίζονταν στην παραλλαγή με τους 313 στίχους. Κάποιος, άγνωστο ποιος, που ήξερε τη σχέση του Πανάρατου με την Ερωφίλη, πρόσθεσε στίχους από την τραγωδία. Στο Καρπενήσι σώζονται δύο διαφορετικές παραλλαγές του Πανάρατου. Η μία έχει 260 στίχους και η άλλη 313. Η μεγαλύτερη παραλλαγή είναι νεότερη. Βασίζεται στην άλλη, τη μικρότερη, με προσθήκη στίχων από την Ερωφίλη, που πιθανότατα πρόσθεσε κάποιος από τους ηθοποιούς. Χαρακτηριστική διαφορά τους είναι ότι στην πρώτη εκδοχή, την μικρότερη, δεν αναφέρεται πουθενά το όνομα Ερωφίλη, αντίθετα με την δεύτερη.




Πως παιζόταν το έργο


Η προετοιμασία του έργου άρχιζε από τα Χριστούγεννα και παίζαν μόνο άνδρες. Μετά το 1972 προστέθηκε και ο χορός των γυναικών που συνοδεύουν τη βασιλοπούλα και που σκοτώνουν στο τέλος τον Βασιλιά, όπως γίνεται και στην Ερωφίλη. Προπολεμικά η ομάδα των ηθοποιών έβγαζε δίσκο και συγκέντρωνε κάποιο χρηματικό ποσό, που διέθετε συνήθως για κοινωφελή σκοπό ή για το γλέντι της, την Καθαρή Δευτέρα. Παραστάσεις δίνονταν και στα κοντινά χωριά, στο Κλαψί, τους Κορυσχάδες, τη Λάσπη. Σκηνή είναι η κεντρική πλατεία ή τα σταυροδρόμια. Κάθε ηθοποιός είχε τη θέση του.


Στην κορυφή ήταν ο βασιλιάς και από τις δύο πλευρές ο θίασος. Δεξιά του ο στρατηγός και η βασιλοπούλα με τη συνοδεία της. Αριστερά του ο Καρπόφορος και η συνοδεία του Πανάρατου. Ο Χάρος ερχόταν από έξω. Ο διάβολος και ο παλιάτσος δεν είχαν σταθερή θέση στον χώρο της παράστασης. Στριφογύριζαν συνεχώς κάνοντας αστείες κινήσεις και παρωδώντας τα λόγια των ηθοποιών. Τα πρόσωπα ήταν γνωστά και συνήθως κάθε χρόνο τα υποδύονται οι ίδιοι ηθοποιοί. Επειδή οι ίδιοι ηθοποιοί έπαιζαν συνήθως κάθε φορά τον ίδιο ρόλο, τους έμενε ο ρόλος για παρανόμι. Έτσι στο Καρπενήσι ο Δημήτρης Ντρίβας που από το 1939 έπαιζε το ρόλο του βασιλιά, ήταν γνωστός με το όνομα ο «Βασιλιάς».


Μέχρι το 1920 οι ηθοποιοί φορούσαν τις τοπικές φορεσιές. Μετά το 1920 φορούσαν αρχαιοπρεπείς στολές, με χλαμύδες, περικεφαλαίες, στέμματα, κοντάρια και άλλα. Ο βασιλιάς στην παράσταση του 1920: πράσινη χλαμύδα με χρυσά κεντήματα, στο κεφάλι του φορούσε καπέλο σαν καλυμμαύχι ιερέως με τη διαφορά πώς ήτανε πράσινο και κεντημένο με χρυσά γαϊτάνια… Η κόρη του φορούσε κόκκινο φόρεμα μεταξωτό, μακρύ με ουρά και στη μέση της ζώνη χρυσή. Στο κεφάλι της φορούσε ένα χρυσό χάρτινο καπέλο ως είδος βεντάλιας… Στα 1980, ο θίασος με τα χρήματα που συγκέντρωσε αγόρασε στολές που φυλάσσονται στο Δημαρχείο.


Το μήνυμα της νίκης της ζωής


Οφείλεται αυτό, όπως είπαμε, στην επίδραση του αρχέγονου μαγικοθρησκευτικού δρώμενου, που προέρχεται από την αρχαιοελληνική παράδοση της Κόρης, της Περσεφόνης. Θυμηθείτε την ιστορία της. Οι θεατές του Πανάρατου θλίβονται από τη προσωρινή κυριαρχία του θανάτου αλλά χαίρονται και αναθαρρούν με την ανάσταση των δύο νέων. Και μέσα από τον συμβολικό χαρακτήρα του έργου ευφραίνονται γιατί ο χειμώνας τελειώνει και έρχεται ή άνοιξη. Η ζωή νικάει τον θάνατο. Το μήνυμα αυτό της ζωηφόρου νίκης θα το βιώσουμε βέβαια βαθύτερα και ουσιαστικά με την προετοιμασία μας για τον εορτασμό του Πάσχα. Μας παρέχεται δηλαδή από διπλή οδό η περίτρανη απόδειξη πως το Φως νικάει το Σκοτάδι, η Ζωή τον Θάνατο.


Πληροφορίες κ. Μαρία Παναγιωτοπούλου, Προϊσταμένη ΓΑΚ Ευρυτανίας.

 

Σχόλια

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις

Ενθύμιο της Υπαπαντής 2 Φεβρουαρίου 1979

Η Μαγική Τοποθεσία του Χωριού

Τα Μυλωναίϊκα " Ντυμένα " στα Λευκά ( ΦΩΤΟ )